σιταράς

σιταράς
ο хлеботорговец

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "σιταράς" в других словарях:

  • σιταράς — Ορεινός οικισμός (63 κάτ., υψόμ. 770 μ.), στην επαρχία Γρεβενών του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (33 τ. χλμ., 63 κάτ.). * * * και σταράς, ο, Ν έμπορος σιταριού και άλλων δημητριακών. [ΕΤΥΜΟΛ. < σιτάρι / στάρι + κατάλ. άς… …   Dictionary of Greek

  • σιταράς — ο σιτέμπορος, έμπορος σιταριών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σταράς — ο, Ν βλ. σιταράς …   Dictionary of Greek

  • Ρεθύμνης νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντροδυτικής Κρήτης με όρια στα Α τον νομό Ηρακλείου και στα Δ τον νομό Χανίων, ενώ στα Β βρέχεται από το Κρητικό και στα Ν από το Λιβυκό πέλαγος. Έχει έκταση 1496 τ. χλμ. Διοικητικά ο νομός Ρ. χωρίζεται σε τέσσερις… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»